Πρωινές ανάσες

Δε γουστάρω τη λαϊκή αγορά! Ξέρω ξέρω...όλα είναι φτηνότερα εκεί! Βλέπεις το μαρουλάκι να σου χαμογελά φρεσκότατο, τη τοματούλα να κοκκινίζει επικίνδυνα κι ένα αγγουράκι νααααα με το συμπάθειο να σε προκαλεί! Βλέπεις ανθρώπους μεγάλης ηλικίας και όχι τόσ μεγάλης να ψάχνουν και να βρίσκουν το φτηνότερο ζαρζαβατικό! Ακούς ανθρώπους να φωνάζουν διαφημίζοντας την πραμάτεια τους. Και φρουτάκια πάσης φύσεως να σε κοιτούν χαρούμενα υποσχόμενα να σε βοηθήσουν να φτιάξεις τη διατροφή σου! Σκέτη τρέλα, αλλά οπωσδήποτε οικονομική! Κι αν πας και νωρίς;;;; Θα βρεις τα καλύτερα! Αν όμως πας αργά, θα βρεις τα οικονομικότερα!Τώρα που το ξανασκέφτομαι, την γουστάρω τη λαϊκή αγορά! (αλλά όχι και το couλό που έτυχε εκεί!)

Συνήθως η μάνα ήταν αυτή που έτρεχε απο το αξημέρωτο στην λαϊκή για να βρει τα καλύτερα πριν πλακώσει ο κόσμος! Γέμιζε το λεγόμενο "καροτσάκι" και ερχόταν φορτωμένη σα γαϊδούρι για να μαγειρέψει τους πολύτιμους θησαυρούς της! Αυτές τις μέρες που βρέθηκα στο πατρικό, ήταν αδιάθετη η καημένη και είπε να με στείλει εμένα. Με ξύπνησε μέσα στο άγριο χάραμα και μου είχε ετοιμάσει τη λίστα με τα ψώνια! Άρρωστη άρρωστη αλλά για τις λίστες έχει γεννηθεί έτοιμη! Ρε μάνα, φώναξα μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, κάτσε να σηκωθώ, να πιω ένα καφέ, να ανοίξει το μάτι και θα πάω και στη λαϊκή! Αν δε πας τώρα να μην πας καθόλου, απάντησε! Αχ το ξέρω αυτό βλέμμα, με κόκκινες φωτιές να σε διαπερνούν και με το ηλεκτρικό το ρεύμα να ουρλιάζει: Σήκω και τσακίσου γιατί δε θα έχουμε καλά ξεμπερδέματα!

Το έχετε ζήσει φαντάζομαι όλοι, το πείσμα της μάνας! Όταν θέλει κάτι και δεν της το κάνεις την ίδια στιγμή, δεν λέει ποτέ :Οκ, κάντο όποτε θες αρκεί να το κάνεις, αλλά σου λέει έμμεσα, αν δεν το κάνεις τώρα θα σε χέσω! Επειδή λοιπόν αυτό το σκηνικούλι το έχω ζήσει ουυυυυ πολλά χρόνια, κι επειδή αυτό το καιρό δεν είμαι και για πολλά πολλά νεύρα και τσακωμούς, είπα να αφήσω το γλυκό μου κουβερτάκι που μου χάρισε έναν απαλό και αναλαφρο ύπνο και να ντυθώ δειλά δειλά, κάνοντας το χατήρι της μάμης!

Ρίχνω λίγο νερό στη μούρη, (αλλά τι να σου κάνει; Η βρύση δε βγαζει καφεϊνη για να πιεις και να ρθεις στα ίσα σου), παίρνω τη λίστα με τα ψώνια, παίρνω και λεφτά (από το δικό μου πορτοφόλι παρακαλώ), φορτώνομαι το καροτσάκι και αρχίζει να με πηγαίνει καροτσάκι το πρωινό μου!

Πρώτη στάση στις πατάτες, που είναι βαριές και μπαίνουν πρώτες πρώτες στο καρότσι για να μην στραβομουτσουνιάσουν τα υπόλοιπα ζαρζαβατικά και φρούτα. Δεύτερη στάση σε λεμόνια, τρίτη σε τομάτες και πάει λέγοντας....ή μάλλον πάει: γεμίζω το καροτσάκι μου σα χαρωπή νοικοκυρούλα. Ωσπου αρχίζουν τα παρατράγουδα....να την η κυρα Φρόσω, κι η κυρα Μέλπω, καλημέρα σας, καλημέρα σας! Να κι η κυρα Χρυσούλα:
-Καλημέρα κορίτσι μου, τι κάνει η μαμά;
-Καλά είναι!
-Αν είνα καλά γιατί δεν ήρθε στη λαϊκή;
Τι της απαντάς τώρα; Έτσι γούσταρε κυρά μου, λογαριασμό θα σου δώσω;
-Ε ήρθα εγώ το ίδιο κάνει!

Και πάμε παρακάτω, δε προλαβαίνω να χώσω τον μαιντανό μεταξύ αγγουριών και λεμονιών και να τη κι η κυρα Λένη.
-Καλημέρα σας καλημέρα σας! Τι κάνεις Coulita; Πως κι από δω;
-Ε, είπα να έρθω για ΣΚ.
-Α, ωραία! Έχουμε κανένα καλό νέο, βρήκες κανένα καλό παιδί, να παντρευτείς κι εσύ;
Βρε αι σιχτίρ πρωινιάτικο που θα σου πω και με ποιον πηδιέμαι!!!!
-Θα το μάθεις πρώτη κυρά Λένη μου, μην μου ανησυχείς καθόλου!
-Άντε βρε κορίτσι μου, με το καημό σου ζούμε!!!Όλο ρωτάω τη μάνα σου!!! Τι περιμένεις πια;
(Ε τράβα πέθανε χριστιανή μου να ηρεμήσει η ψυχούλα σου; Που να χτυπάς το κώλο σου κάτω, νυφούλα δε θα με δεις! Κι όχι γιατί δεν θα ντυθώ ποτέ, αλλά γιατί δε θα σε καλέσω, παλιοκουτσομπόλα)
-Περιμένω να πέσουν οι τιμές κυρά Λένη μου!
Μένει μαλάκας η κυρά Λένη, φορτώνομαι το καροτσάκι και πάμε παρακάτω.

Τι τό'θελα το παρακάτω; Να σου και η κυρα Κούλα!!!! Ωχ, αυτή μας έλειπε τώρα! Η κυρά Κούλα, έχει την εξής ιδιοτροπία! Είναι από αυτούς τους ανθρώπους που μπορούμε από δω και στο εξής να τους λέμε: ο αγκαλίτσας και ο φιλάκιας! Νομίζω το πιάσατε το υπονοούμενο! Μη δει άνθρωπο γνωστό πέφτει πάνω του, τον αγκαλιάζει, του σκάει πεταχτά φιλιά, τον χαιδολογάει! Ό,τι σιχαίνεται η Coula, το κάνει η κυρά Κούλα! Και να την έρχεται, καταφτάνει απειλητικά. Που να κρυφτώ η άμοιρη που μπρος μου έχω κρεμμύδια και πίσω μου μπρόκολα, δε με σώζει κανείς και τίποτα! Η κυρά Κούλα ανοίγει από μακριά την αγκαλιά της και φωνάζει:
-Coulitaaaaa, ω τι καλά που σε βλέπω!!!!!!!
Εγώ να δεις, λέω από μέσα μου σιχτιρίζοντας την ώρα και τη στιγμή που κόψαμε τους κήπους από τα σπίτια μας για να τρέχουμε τώρα στις λαϊκές!

Με πλησιάζει και με βουτάει, αδέρφια μου, και με σφίγγει στην αγκάλη της! Και να είναι όλη μούσκεμα στον ιδρώτα και να βρωμάει κάτι μεταξύ τηγανητού λαδιού και ξινισμένου γάλακτος!Και πάνω που χαλαρώνει την αγκάλη...και σκέφτομαι πως την γλίτωσα αρχίζει σαν τρελή να με φιλαει στα μάγουλα!
-Κι άλλο ένα φιλί που έχω καιρό να σε δώ (δίνω το ένα μάγουλο), κι άλλο ένα που μου έλειψες (δίνω και το άλλο) κι ένα τρίτο φιλί επειδή θα κάνω καιρό να σε δω...(ωχ μάνα μου τι ζω η γυναίκα)
Κι όπως πάει να με φιλήσει, γιατί εναλλάξ πάνε τα φιλιά, αργώ να προτάξω το σωστό μάγουλο κι έρχεται και σκάει το φιλί στα χείλη μου! Ε ρε γλέντια!!!! Μανα μου λιποθυμώ και θα σε πάρει ο γεροδιάολος κι εσένα και τη λαϊκή και τις φίλες σου τις γειτόνισσες και όλη την επαρχία μαζί!

Μαζεύω τα κομμάτια μου, σέρνω το καρότσι κι επιστρέφω σπίτι......με μια γεύση στο στόμα, ιδρώτα, ελληνικού καφέ, χαλασμένου δοντιού και αηδίας!

Την οδοντόβουρτά μου γρήγοραααααααα

ΥΓ Αφιερωμένη η ανάρτηση στην χτεσινοβραδινή παρέα...που έψαχνε απεγνωσμένα την Coula και τα coula της! Κορίτσια και τώρα που με βρήκατε να δω τι θα καταλάβετε! 


27 Σεπτεμβρίου 2010