Νέφτι στο κώλο

Η Αθηνά μένει με τη μαμά της. Τη γνωρίζω πάρα πολλά χρόνια. Έχουμε πιει κάτι ποτά μαζί, ουυυυυυυυ να ήταν κι άλλα. Οι γονείς της το σπασανε το γαμοπανηγυράκι και ο πατέρας λάκισε για ευνόητους λόγους. Η μάνα της Αθηνάς δουλεύει πολλές ώρες αλλά κι εκείνη δε πάει πίσω! Δούλες κατήντησαν αυτές οι δυο γυναίκες αλλά λεφτά βγάζουν και μάλιστα μπόλικα.

Τις προάλλες είπαμε να περάσω από το σπίτι της να την πάρω και να πάμε για ένα καφεδάκι στη λιακάδα. Με πήρε τηλέφωνο και μου ζήτησε να της αγοράσω μισό κιλό ψωμί γιατί μαγείρευε, λέει και ήθελε να κάνει έκπληξη στη μάμη της, η οποία μάμη της, συνεχώς την βρίζει για την ανύπαρκτη νοικοκυροσύνη της.

Αλλά ας μη μιλάω εγώ γι' αυτό...χαχαχα, δεν φημίζομαι για την δική μου νοικοκυροσύνη, οπότε τσούτα. Η Αθηνά όμως, απλά δεν υπάρχει. Πως λέμε νοικοκυρά με τα όλα της; Ε καμία σχέση. Φτάνω στο σπίτι της το απόγευμα και με ενημερώνει γεμάτη χαρά, πως αποφάσισε να μαγειρέψει κοτόπουλο. Και να με ρωτάει η τρελέγκω, πως θα κάνω αυτό; Δε ξέρω, να της λέω. Πως θα κάνω το άλλο; Δε ξέρω χριστιανή μου, τι τις θες τις εκπλήξεις αν δεν το κατέχεις το πράγμα, τις φώναζα εγώ!

-Μα θέλω να κάνω εκπληξη στη μάνα μου, μου έλεγε έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Λες και αν έψηνε ενα κοτόπουλο και πεντε ρημαδοπατάτες θα την έπαιρναν στην εκπομπή τους εκείνες οι Αγγλίδες μωρέ που καθαρίζουν τη μπίχλα στα ξένα σπίτια ή θα έβγαινε νικήτρια στο γαμομαστερτοπσεφ.

-Αντε κάτσε να δούμε στο νετ πως φτιάχνονται το κοτόπουλο και οι πατάτες, της προτείνω.
Βρίσκουμε μια συνταγή, την ακολουθεί κατά γράμμα και θεωρούμε πως όλα θα πάνε καλά. Και όντως όλα πάνε καλά. Όταν όλα ήταν έτοιμα, βγήκαμε για καφέ.

-Τον έσβησες το φούρνο Αθηνά; Τη ρώτησα κάποια στιγμή.
-Ναι ρε κουλή, μου απαντάει.

Ήπιαμε λοιπόν το καφεδάκι μας, είπαμε τα νέα μας, κουσκουσάραμε ό,τι περνούσε κι ό,τι γελούσε (γιατί τους κατσούφηδες δε τους σχολιάζουμε) και μετά αποφασίσαμε να πάμε και μια βόλτα στα μαγαζιά. Τι στο καλό, είσαι στο κέντρο της Αθήνας και δεν θα δοκιμάσεις και μια μπότα; Δε γίνεται. Και δύο μη σου πω!!!

Πάνω λοιπόν στη γλυκιά την ώρα, κάπου εκεί που βρίσκεσαι σε δίλημμα να τις πάρεις τις σκατομπότες ή θα σου βγουν ξινές και θα μείνεις άφραγκη για τις επόμενες δέκα μέρες, χτυπάει το τηλέφωνο της Αθηνάς. Η μάνα της που έβριζε από μέσα, ακουγόταν σε όλη την Ερμού.

-Έρχομαι έρχομαι, ψιθύρισε σα βρεγμένη κότα η Αθηνά, σαν αυτήν που έψηνε.
-Coula φεύγω, πιάσαμε φωτιά, είπε, καθώς ήδη έτρεχε προς το λεωοφορείο σα να της είχαν βάλει νέφτι στο κώλο.

Δεν ξέρω αν ισχύει! Αν σου βάλουν νέφτι στο κώλο, αρχίζεις να τρέχεις; Δε νομίζω! Επιπλέον γιατί κάποιος να σου βάλει νέφτι στο κώλο, ποτέ δε το κατάλαβα.

28 Νοεμβρίου 2010