Καβάλα στο καβαλέτο

Καλημέρα σας, καλή εβδομάδα, καλό μήνα, καλή χρονιά. Τα ψέματα τέλειωσαν! Μάζεψε τα μπογαλάκια σου και τράβα στη δουλειά. Κάποιοι έχουν επιστρέψει εδώ και μέρες στη ρουτίνα, γιατί όχι κι εσύ; Γκρίνιαζες πια για τις γιορτές, για το επίπλαστο χαμόγελο των γύρω σου, για το καθισιό και τη βαρεμάρα. Και τι κατάλαβες; Φύγανε οι γιορτές και να τώρα που κι εσύ γκρινιάρικο πλάσμα, ανευχαρίστητο, θα τις αναπολείς ή θα μετράς για το Πάσχα.

Οι αναφορές στις γιορτές τέλειωσαν! Θα περάσουμε τώρα σε μια κουλή ιστορία. Σε πολλές περιοχές υπάρχουν κάποιοι χώροι που λέγονται πνευματικά κέντρα και ανήκουν στον δήμο. Μην τα συγχέεις κουλέ μου αναγνώστη με χώρους όπου γίνεται το κατηχητικό σχολείο. Στα πνευματικά κέντρα δεν διδάσκεται ο λόγος του Θεού, ή καλύτερα δε διδάσκεται σε όλα. Οι κύριες δραστηριότητες είναι οργανωμένο παιχνίδι, συζητήσεις, κέντημα, γυμναστική, ζωγραφική, ανάγνωση στη βιβλιοθήκη, χορός, θέατρο, εκδρομές. Σε όλες αυτές τις δραστηριότητες το κόστος συμμετοχής είναι από πενιχρό ως μηδαμινό, οπότε μπορεί να συμμετέχει οποιοσδήποτε ψάχνει τρόπους να γεμίσει τον ελέυθερο χρόνο του, αν φυσικά διαθέτει.

Τι γίνεται όμως όταν μια Coula αποφασίζει να συμμετέχει σε κάποιες από αυτές τις δραστηριότητες; Πριν από κάποια χρόνια έφαγα κόλλημα με τη ζωγραφική. Είχα επηρεαστεί από το δημοτικό σχολείο (προ αμνημονεύτων ετών) όπου τότε με κηρομπογιές είχα φτιάξει ένα έργο (τύφλα να έχει το σταρ) το οποίο διαγωνίστηκε πανελληνίως και κέρδισε περικαλώ το πρώτο έπαθλο, το οποίο έπαθλο καρπώθηκε το σχολείο μου και ουχί εγώ. Σκέφτηκα λοιπόν αφού έχω χέρι (και πόδι μη σου πω) γιατί να μην ξανασχοληθώ με το άθλημα;

Έμαθα πως είχε έρθει μια πολύ καλή δασκάλα και ομολογώ εδώ στο φτωχικό couloblog μου για πρώτη φορά πως κάποτε παλιά είχα κάνει και κάποια ιδιαίτερα μαθήματα ζωγραφικής και είχα φτιάξει κάποια έργα με μολυβοκάρβουνο, τέμπερες και πενάκι. (Οι γνώστες θα καταλαβαίνουν τώρα τι ενοοώ). Οπότε άσχετη δεν ήμουν. Κίνησα ένα απόγευμα στο πνευματικό κέντρο και έκανα την εγγραφή μου στην ομάδα ζωγραφικής.

Η Κυριακή (Κούλα δηλαδή κι αυτή), η δασκάλα μας ήταν μια οξύθυμη γυναίκα με μια τεράστια κρεατολιά πλάι στη μύτη, περασμένης ηλικίας. Εξήντα και βγάλε. Σαν την έβλεπες ήθελες να βουτήξεις την ελιά στη μύτη και να την φέρεις σβούρες και να νιώσεις την ελαστικότητά της. Όταν η Κυριακή ξεκινούσε το μάθημα, είχε περασμένο πάντα στα μαλλιά της ένα μολύβι το οποίο συγκρατούσε τα μακριά της μαλλιά σε κότσο. Άλλη εμμονή μας, ήταν να βγάλουμε το μολύβι από τα μαλλιά της για να δούμε αν θα έπεφταν ή αν θα έμεναν κάγκελο σχηματίζοντας φωλιά για κατσαρίδες, γιατί ω ναι ήταν συνεχώς άλουστη κι αυτό και φαινόταν και μυριζόταν.

Όμως η Coula μας, έχει μια βασική αρχή στη ζωή της. Με ό,τι καταπιάνεται, θέλει να το κάνει καλά και να δίνει το 100% της σε αυτό. Για να συμβεί κάτι τέτοιο πρέπει να σέβεσαι τον καθηγητή και να προσπαθείς με κάθε τρόπο να του εκμαιεύσεις γνώση. Έτσι κι εγώ, σώπαινα τις φωνές μέσα μου που θέλαν να αποκρυπτογραφήσουν τις ικανότητες κρεατοελιάς και τούφας και άκουγα προσεχτικά όλες τις συμβουλές της Κυριακής.

Τα καβαλέτα ήταν στημένα σε τρεις σειρές, από τρια η κάθε σειρά, με απόσταση περίπου μισό μέτρο το ένα από το άλλο. Η Κυριακή είχε τοποθετήσει μπροστά μας, ένα μεγάλο βάζο σε ένα τραπέζι, είχε απλώσει στη βάση του ένα μεγάλο κόκκινο πανί, και άρχισε να μας εξηγεί πως θα μετράμε τις αποστάσεις με το μολύβι για να μπορέσουμε να μεταφέρουμε τις διαστάσεις του βάζου στο χαρτί μας. Ως εδώ εξαιρετικά.

Ο μόνος πειρασμός μου ήταν να πετύχω το βάζο ακριβώς και να σχηματίσω το ύφασμα τέλεια. Όταν όμως στο διπλανό σου καβαλέτο έρχεται ένας ψηλός, μελαχροινός, πρασινομάτης θεός, ο πειρασμός της γνώσης πάει στα τσακίδια και γεννιέται ένας άλλος πειρασμός που όπως θα έλεγε και η φίλη μας Γαμάει και Δέρνει, το μόνο που θες είναι να καβαλήσεις τον θεό πάνω στο καβαλέτο ει δυνατόν και να κάνετε ζουζουνιές για πάντα.

Τα πλαινά μας καβαλέτα ήταν καλή ευκαιρία να γνωριστούμε και να αρχίσουμε να επικοινωνούμε. Με άγριες διαθέσεις εγώ και όλες οι συμμαθήτριες, τον προσεγγίσαμε σαν τις μελισσες το μέλι. Εκείνος όμως...απτόητος. Επειδή ήταν και καλοκαιράκι ερχόταν ο επίδοξος ζωγράφος με τους κοιλιακούς του φάτσα φόρα και μας κόλαζε όλες. Η μόνη που έμενε ατάραχη ήταν η Κυριακή, η κρεατοελιά της και η φούντα στην κεφάλα της.

Κάποιο νωχελικό απόγευμα, καθώς αποχωρώ από το πνευματικό κέντρο και κάπου στα μέσα της διαδρομής διαπιστώνω πως έχω ξεχάσει πάνω στο καβαλέτο μου το κινητό μου. Επιστρέφω λοιπόν στην αίθουσα και καθώς μπαίνω για να πάρω το ξεχασμένο μηχάνημα του σατανά, πέφτω πάνω σε ένα τρελό καβαλετοκαβάλημα! Ειλικρινά δεν ξέρω ποιος καβαλούσε ποιον! Η Κυριακή το καβαλέτο; Ο θεός τη Κυριακή; Ή μήπως το καβαλέτο και τους δυο;

Τις επόμενες μέρες, παρόλο που δεν μίλησα σε κανέναν για το περιστατικό, η Κυριακή αποχώρησε από το μάθημα και ήρθε μια άλλη δασκάλα, ο θεός δεν εμφανίστηκε ξανά στο μάθημα και στο πλαινό μου καβαλέτο ήρθε και κάθισε η Πέγκυ που από τότε είμαστε φίλες και τα λέμε συχνά!

Συμπέρασμα: Ποτέ μην υποτιμάς μια κρεατοελιά κι έναν κότσο κατηχητικού!

(Την ιστορία θυμήθηκα ένα βαριεστημένο βράδυ από αυτά που πέρασαν, που δεν είχα τίποτα της προκοπής να κάνω και έβγαλα τα συμπράγκαλα της ζωγραφικής. Επι τρεις ώρες ζωγράφιζα ένα δέντρο............Ακόμη και η ανιψιά μου που είναι 5 ετών θα το ζωγράφιζε καλύτερα και σε πολύ λιγότερο από τρεις ώρες.)

10 Ιανουαρίου 2011