Περιορισμένος ορίζοντας

Θυμάμαι τις στιγμές εκείνες που ήμουν παιδί. Γεμίζαμε τη πλατεία με τις φωνές, τα τρεχαλητά μας, τις σφαλιάρες και τα μπουνίδια που πέφτανε κατά καιρούς. Τα παιχνίδια πολλά, δημιουργικά, ατέλειωτα, μέχρι που ξέπνοα γυρνούσαμε στο σπίτι με καλάμια γεμάτα μελανιές, με σκόνη ως το βρακί, με ιδρώτα μπερδεμένο με αθωότητα. Και μετά...μεγαλώσαμε. Κάποιοι χαθήκανε κι ανέβηκαν στον ουρανό νωρίς. Οι υπόλοιποι το ξέρουμε, δεν είμαστε πια παιδιά κι ας νοσταλγούμε τα παιχνίδια μας.

Όμως μπλέξαμε σε άλλα παιχνίδια, πιο δύσκολα, πιο άδικα, χωρίς τον κανόνα του βλέμματος, και των χεριών που χτυπάνε στον αέρα δίνοντας το οκ. Συμφωνούσαμε όλοι για να μπει στο τέρμα η Coulita. Παρόλο που γεννήθηκε κορίτσι, είχε διαολεμένες αντιδράσεις, και ήξερε να προφυλάσσει το τέρμα της. Ναι, και ο Γεράσιμος, έβαζε τα πιο δυνατά γκολ. Η Ελένη και η Βαρβάρα από νωρίς μεγαλώσανε μέσα στα παιδικά τους κορμιά. Ερωτεύτηκαν τον έρωτα και μας τον δίδασκαν κι εμάς. Δύσκολο πράγμα ο έρωτας όταν είσαι παιδί. Αλλά και μεγαλώνοντας...δεν είναι πιο εύκολος. Κι εκείνος ο πιτσιρικάς...που τον έφαγε η γη. Πόσο ωραίο χαμόγελο είχε; Κι ακολούθησε και ο Παναγιώτης.

Και τώρα μεσούσης εξεταστικής, για ένα ακόμη άχρηστο πτυχίο που θα κορνιζαριστεί μαζί με τα υπόλοιπα για να θυμίζει πως μας κοροϊδέψανε όταν μας έλεγαν να προδώσουμε τον έρωτα για το βιβλίο, κάθομαι στο μπαλκόνι με ένα φραπέ σκέτο, και όταν δε διαβάζω, χαζεύω το απέναντι μπαλκόνι. Ένα παιδί, δημοτικού ακόμη, βγαίνει στο ένα επί ένα μπαλκόνι και προσπαθεί να παίξει. Κρατάει μια φωτογραφική μηχανή και φωτογραφίζει τα πουλιά που στέκονται για μια ανάσα στα καλώδια. Τους πετάει ψωμί και χαμογελάει. Παραμιλάει και γελάει. Γελάει ακόμη, γιατί δε ξέρει. Κι ύστερα παίζει με το νερό και πετάει χώματα από τις γλάστρες στους περαστικούς.

Μπαινοβγαίνει και καθώς το κοιτάζω νιώθω την τρέλα στο βλέμμα του. Την ενέργειά του απύθμενα χωμένη μέσα του. Και ξέρω πως αυτό το παιδί δεν θα βγει στη πλατεία να πλακωθεί στα μπουνίδια, να κάτσει τέρμα, παρόλο που είναι κορίτσι, να μελανιάσει τα μπούτια του από τις κλωτσιές και να γυρίσει ξέπνοο στην πενταόροφη πολυκατοικία του. Είναι δυστυχισμένο σε ένα μπαλκόνι ένα επί ένα και δεν ξέρει πως και το μέλλον του θα έχει τον περιορισμένο αυτόν ορίζοντα. Ένα επί ένα, τίποτα δημιουργικό. Είναι πολλές φορές, πιστέψτε με, που μια πλατεία μπορεί να αλλάξει τα πάντα, εμάς τους ίδιους, το μέσα μας, τον πιο κουλό μας εαυτό.

15 Ιουνίου 2011