Ψηφοεπαίτες

Σήμερα βγήκα στο μπαλκόνι μέσα στο μεσημέρι, εδώ στο πατρικό μου που την έχω αράξει ωσάν πασάς από τότε που γυψώθηκα, έφτιαξα κι ένα νες καφέ φραπέ (μπες και συ σ'ενα κόσμο, μαγικό) και χάζευα το απέναντι άδειο μαγαζί.
Πριν ένα χρόνο το είχε νοικιάσει ένας κρεοπώλης, πολύυυυυ καλό παιδί. Η Couloμάνα είπε να τον στηρίξει στην αρχή, μα μετά τον έστειλε στο γεροδιάολο διότι μία την έκλεβε στα ρέστα και μία στα γραμμάρια. Κι η μάνα μου να ξέρετε, δεν είναι καμία χαζοβιόλα. Δε χαμπαριάζει από αυτά! Έτσι και της την κάνεις; Ουέ κι αλίμονο! Στο κρατάει Μανιάτικο για αιώνες! Σε αυτό ευτυχώς δεν της έμοιξα!

Ο κρεοπώλης που λέτε έδινε 1000 ευρώ νοίκι και η εξυπνοπούλου η ιδιοκτήτρια (γνωστή και ως Εβραία) του έκανε αύξηση 500 ευρώ. Δεν άντεξε το πολύυυυυ καλό παιδί, μάζεψε τα κρέατα του, τα ψυγεία του και την πονηριά του και μετακόμισε κάπου αλλού!
Έτσι το μαγαζί μένει ανοίκιαστο μήνες, γιατί δεν έχει βρεθεί ακόμη ο μαλάκας που θα πληρώσει 1500 ευρώ νοίκι και μεταξύ μας αν βρεθεί να με χέσετε.

Άλλο ήθελα να πω....κι αλλού με πήγε η σκέψη! Α ναι! Λοιπόν που λέτε απολάμβανα τον καφέ μου στο μπαλκόνι, το οποίο κοιτάει σε έναν μικρό δρόμο, ο οποίος συναντά στα δέκα μέτρα μια μικρή λεωφόρο! Αλλά όταν μιλάμε για λεωφόρο στην επαρχία, καταλαβαίνετε τι εννοούμε! Υπάρχουν δυο ρεύματα κυκλοφορίας, με φόβο να στουκάρει ο πήγαινε με τον έλα.
Κι εκεί που αμέριμνη τραβώ μια ρουφηξιά από τα φτηνά μου πλέον τσιγάρα (ναι ρε φίλε άλλαξα μάρκα, έχεις πρόβλημα; κι αν τα αυξήσουν κι άλλο θα το κόψω το ρημάδι γιατί αρκετά μαλάκας πιάστηκα τόσα χρόνια)-(πάλι ξεφεύγω από το θέμα και sorry, που είχα μείνει; Α, ναι: τσιγάρα) ξαφνικά στην σιγή του μεσημεριού ακούω μια φωνή από το υπερπέραν να φωνάζει το ονομά μου.

-Coulaaaaa σε θέλω.
Ένα μηχανάκι, σταματάει κάτω από το μπαλκόνι μου και αρχίζει ο (ας τον πούμε) Αντρέας να μου ανοίγει τη καρδιά του, σαν τον Ρωμαίο κάτω από το μπαλκόνι της Ιουλιέτας.
Να σας θυμίσω κάπου εδώ πως μου είχε γίνει πρόταση από μεγάλο πράσινο κόμμα, για να κατέβω σύμβουλος, και τους διαολόστειλα δεόντως!!!
Τον Αντρέα όμως τον πείσανε, και είναι λογικό γιατί αυτός είναι χωμένος μέσα σε μεγάλα κόλπα και έχει φτιάξει περιουσίες και για τα τρισέγγονα του με αυτά και με εκείνα.
Άρχισε λοιπόν μεσούντος του μεσημεριού τον θρήνο και την ψηφοεπαιτεία.
-Coula, χρειαζόμαστε στήριξη! Ξέρω πόσο λογική είσαι, και είδες πόσα έργα έκανε ο πράσινος δήμαρχος. Τώρα είναι η ώρα να ψηφίσουμε σωστά για να συνεχιστεί το έργο (πάντα το πράσινο έργο, για να μην ξεχνιόμαστε).
-Θα δούμε ρε Αντρέα! Δεν έχω ψάξει ακόμη το θέμα και δεν ξέρω τι θα ψηφίσω...

Δεν είμαι άνθρωπος αγενής! Δεν θα σε πάρω από τα μούτρα αν διαφωνώ μαζί σου. Το πολύ πολύ να εντοπίσουμε τη διαφωνία και να ακολουθήσει ο καθένας τον δρόμο του. Στη χειρότερη κατεβάζω και κανένα καντήλι, μόνο άμα μου πρήξεις τα άντερα. Διαφορετικά, είμαι Παναγίτσα.
Ο Αντρέας μου έπρηξε και τα άντερα και τα συκώτια και όλη τη κοιλιακή μου χώρα. Οπότε φαντάζεστε την έγινε στην Couloοδό μας. Ο Αντρέας συνεχίζει και επιμένει:

-Να φέρετε και τη γιαγιά να ψηφίσει.
-Που να την φέρουμε κυρ Αντρέα; Η γιαγιά είναι κλινήρης εδώ και μερικές μέρες, έχει χτυπήσει άσχημα στη κεφάλα και κόλλησε και γαστρεντερίτιδα. Δεν θα ψηφίσει φέτος.
-Σώπα βρε παιδί μου, θα έρθω εγώ να την πάρω να την πάω. Θα της έχω έτοιμο το φάκελο και απλά θα τον πετάξει στη κάλπη.
(Κάπου εδώ η Coula μας αρχίζει και φορτώνει επικίνδυνα:
-Αντρέα έλα να την πάρεις και κράτα τη για κανα χρόνο.Είπαμε δεν θα ψηφίσει η γιαγιά φέτος. Πάει και τελείωσε.
(Με νιώθει φορτωμένη και δεν επιμένει άλλο)
-Εντάξει, να έρθετε όμως όλοι οι υπόλοιποι, να με στηρίξετε και να στηρίξετε και τον πράσινο δήμαρχο.
(Αυτό ήταν αρχίζει το coulo-παραλήρημα)
-Αντρίκο, με το συμπαθειο, αλλά ό,τι γουστάρουμε θα κάνουμε τη ψήφο μας! Μόνο αυτή μας έμεινε ρε μεγάλε. Όλα τα άλλα τα χειραγωγείτε εσείς. Άντε μου και στο διάολο και εσύ και ο πράσινος δήμαρχός σου.
-Καλά βρε Coula, μην αρπάζεσαι έτσι. Απλά οφείλουμε να υποστηρίξουμε την παράταξη.
-Δεν ξέρω για σένα, αλλά εγώ δεν οφείλω τίποτα και σε κανέναν.
-Όλοι οφείλουμε Coula μου, πρέπει να ανοίξουμε τα μάτια μας.
-Αντρέα; Ο γύψος πονάει όταν σκάσει στο κεφάλι. Κι έτσι όπως είσαι σαν τον Ρωμαίο από κάτω θα σου έρθει καπέλο. Το νου σου.
-Καλά, έφυγα τώρα, γιατί έχω κάτι δουλειές. Ξέρω πως δεν θα με απογοητεύσεις. Καλό μεσημέρι.
-Καλό μεσημέρι, και να είσαι σίγουρος πως αυτή τη φορά θα απογοητεύσω εσένα και όχι τον εαυτό μου. Έλα γειά σου!

Κι αφού έβγαζα καπνούς από τα αυτιά, παράτησα τον νες καφέ φραπέ που δεν με έβαλε τελικά σε ένα κόσμο μαγικό και τα φτηνά τσιγάρα μου στο μπαλκόνι, μπήκα μέσα κι έριξα έναν ύπνο σούπερ .....για να ηρεμήσω!

 27 Οκτωβρίου 2010