Χαμόγελο ως το τέλος

Καλημέρα σας, καλή εβδομάδα, καλό μήνα, καλό μεσοφθινόπωρο και καλά κρασιά. Από χτες το βραδάκι την αρπάξαμε. Μη πάει ο νους σας στο κακό! Μια γριπούλα είναι και θα περάσει και θα φύγει το πολύ εντός πέντε ημερών. Και τώρα που είπα γρίπη...

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη φίλη μου την...ας την πούμε Μαίρη. Η Μαίρη που λέτε κάποτε αρρώστησε βαριά. Η ασθένεια της ξεκίνησε από μια γρίπη και μεταλλάχθηκε σε μια ακραία μορφή καρκίνου. Τώρα το πως και το γιατί δεν θα σας το αποκαλύψω γιατί ομολογώ πως δεν το ξέρω. Δεν είμαι δα και γιατρός σαν την μάνα μου και τη γιαγιά μου που είναι και γιατροί και δικηγόροι και πολιτικοί και ένα σωρό άλλα επαγγέλματα.

Ωστόσο με τη Μαίρη μεγαλώσαμε μαζί! Κάναμε ένα σωρο πιτσικουλιές όταν ημαστε μικρά, με το πιο έντονο που μπορώ να θυμηθώ να με σέρνει μέσα σε άγριες νύχτες στο νεκροταφείο της μικρής επαρχιακής πόλης όπου και μεγαλώσαμε και να απλώνει την αρίδα της πάνω απο τα άγνωστα οστά των νεκρών, χαλαρώνοντας.

Την πρώτη φορά που πήγαμε ομολογώ, πως είχα κατουρηθεί πάνω μου από το φόβο μου, από την δεύτερη και μετά άρχισα να συνηθίζω, χωρίς όμως να χαλαρώνω κι εγώ ξαπλωμένη στα μνήματα. Κάποια στιγμή όταν η ντετέκτιβ μάμη μου (ναι ήταν και αυτό) ανακάλυψε τις πομπές της Coulas, μου έριξε ένα βαρύ χέρι ξύλο και σταμάτησα διαπαντός τις επισκέψεις στο νεκροταφείο. Μα σταμάτησε και η Μαίρη να πηγαίνει, γιατί αρρώστησε και έβγαινε με δυσκολία από το σπίτι.

Αυτή τη κοπέλα όποτε τη φέρνω στο νου μου, έχω πάντα να θυμάμαι κωμικοτραγικά γεγονότα. Ήταν από αυτά τα τυπάκια που σεισμός να γινόταν, αυτή θα το ευχαριστιόταν. Γυρνούσα από το σχολείο και περνούσα από το σπίτι της για να της δώσω τα μαθήματα γιατί εκείνη δεχόταν διδασκαλία κατ' οίκον από ένα σημείο και μετά. Όμως πιο πολύ γελούσαμε, παρά δουλειά κάναμε.

Αστείρευτο χιούμορ η Μαιρούλα, και παρά το μικρό της ηλικίας της, δεν το έβαζε κάτω. Βασικά δε το έβαζε πουθενά... απλά προσπαθούσε πάντα να κάνει τους γύρω της και τον εαυτό της να περνάνε καλά! Αν τη ρωτούσα πως πάει με την υγεία της μου έλεγε ένα χαριτωμένο: Αϊ χέσου Coula. Αν πονούσε και δεν μπορούσε να μιλήσει καμιά φορά, πήγαινα να τη δω και με έδιωχνε λέγοντας: Φύγε Coula γιατί σήμερα χάλασε ο καιρός. Στεναχωριόμουν, αλλά μου φώναζε από τη πόρτα: Ξεκόλλα αν δε βρέξει πως θα μεγαλώσουν τα δεντράκια της ζωής;

Περίεργο πλάσμα η Μαίρη. Με δυνάμεις που πολλές φορές απόρησα, ακόμη κι όταν έφυγε, που σκατά τις βρήκε! Πότε πρόλαβε να γίνει τόσο δυνατή; Πως κατάφερνε και τα αντιμετώπιζε όλα με μια απίστευτη απλοϊκότητα; Που έβρισκε τόσο κουράγιο να αντιμετωπίζει τέρατα και τέρατα και τέρατα χωρίς να γκρινιάζει και να διαμαρτύρεται.

Καποια μέρα μου ζήτησε να πάμε κρυφά στη θάλασσα που την είχαμε φυσικά στα δυο οικοδομικά τετράγωνα από το σπίτι. Ρε Μαιρούλα σίγουρα; Μήπως κρυώσεις; Μήπως δε κάνει;
Κουνήσουυυυ μου φώναζε, πριν έρθει η μαμά μου! Τι να έκανα κι εγώ; Το ήξερα πως πάλι θα τις φάω, αλλά εκείνο το βλέμμα της Μαιρούλας με ισοπέδωνε, καθώς μου έλεγε γεμάτη ειρωνία: Εσύ Coula θα ξαναπας στη θάλασσα, εγώ όχι! Προχώρα να φύγουμε.

Οκτώβρης μήνας με το αεράκι να μας χτυπά, αράξαμε στη παραλία και εκεί που περίμενα πως θα μου άνοιγε τη καρδιά της και θα μου έλεγε ποσο φοβάται, πόσο πονάει, πόσο άσχημα νιώθει, εκείνη χαμογελούσε πλατιά και ψιθύριζε: Πάει κι αυτό, άλλη μια μέρα το βρήκα.
Τι βρήκες Μαιρούλα; Ρωτούσα εγω! Το βρήκα το όμορφο της ζωής και σήμερα. Λίγα καταλάβαινα, αλλά όταν κοιτούσα αυτό το ασθενικό κορμί να χαμογελάει δε μπορούσα να λυπηθώ, παρά μόνο να χαρώ και να χαμογελάω κι εγω!

Η Μαιρούλα λίγο πριν έρθουν εκείνα τα Χριστούγεννα έφυγε από τη ζωή. Μικρούλα και χαρούμενη! Στο φέρετρο ένα πλατύ χαμόγελο μου θύμισε όλη τη στάση ζωής της! Δε μπορούσα να λυπηθώ, ούτε να κλάψω. Άλλωστε δεν κλαίω εύκολα από μικρή. Την κοιτούσα και χαμογελούσα γιατί κατάλαβα πως ό,τι επιθυμησε ως εκείνη τη στιγμή το είχε καταφέρει!

Λίγα χρόνια μετά, ένα μικρό κομματάκι του παζλ που μου έλειπε, μπήκε στη θέση του όταν συνάντησα τη μαμά της και μου είπε πως η Μαίρη είχε αποφασίσει να καταγράφει κάθε μέρα ένα όμορφο πράγμα που ένιωσε, μια απλή καθημερινή ενέργεια που την έκανε να σκέφτεται, πως άξιζε να ζήσει και αυτήν την μέρα. Είχα την τύχει να διαβάσω αυτό το ημερολόγιο που σχεδόν το μισό ήταν γραμμένο από τη μαμά της...

Ό,τι θυμάμαι:
-Σήμερα έφαγα ένα λαχταριστό λουκουμάκι πασπαλισμένο με ζάχαρη.
-Σήμερα η μαμά μου χάιδεψε τα μαλλιά, πόσο με αγαπάει δεν ξέρω ακόμη.
-Σήμερα άκουσα ένα τραγούδι του Μπίγαλη με ωραίο ρυθμό. Χόρεψα μέσα μου γιατί έξω μου δε μπορώ.
-Σήμερα ήρθε η γιατρός και της χάρισα ένα τριαντάφυλλο. Χαμογέλασε και δάκρυσε η χαζούλα γιατί εγώ δεν της το έδωσα για να κλάψει αλλά για να χαμογελάσει.
-Σήμερα τσίμπησε μια μέλισσα τον αδερφό μου και πρήστηκε σαν μπαλόνι. Αν είχα μια καρφίτσα θα ρίχναμε πολύ γέλιο.
-Σήμερα ήρθε η Coula και πήγαμε στη θάλασσα. Εγώ το κατευχαριστήθηκα, αλλά εκείνη είμαι σίγουρη πως θα τις φάει. Μακάρι να ήμουν από μια πλευρά να την βλέπω να σουφρώνει τα χείλη, αλλά δάκρυα να μην κυλούν.
-Σήμερα η μαμά μου είπε πως δυο συμμαθητές μου τσακώθηκαν. Τον έναν δεν τον συμπαθώ, αλλά τον άλλο θα ήθελα να τον βοηθήσω με τις κλωτσιές.
-Σήμερα άκουσα ένα πουλάκι στο μπαλκόνι μας να τιτιβίζει. Αν υπήρχε ωδείο για πουλιά έπρεπε να πάει....

Θα μου έλειπε, ναι, και μου έλειψε πολύ, αλλά ήμουν σίγουρη πια πως τελικά δεν έχει σημασία η στιγμή που ο πόλεμος χάνεται, αλλά σημασία έχουν οι μάχες που δίνουμε. Η ζωή είναι στιγμές! Αρκεί να ανακαλύψουμε τις όμορφες και να τις κρατήσουμε στη καρδιά μας!

4 Οκτωβρίου 2010